Στη σκιά του πολέμου της Ουκρανίας γίνεται η συνάντηση του Έλληνα
Πρωθυπουργού, Κυριάκου Μητσοτάκη, με τον Πρόεδρο της Τουρκίας Ρετζέπ
Ταγίπ Ερντογάν στο μεγαλοπρεπές Μέγαρο Βαχντετίν, στην περιοχή
Ουσκουντάρ της ασιατικής πλευράς της Κωνσταντινούπολης.
Όπως φαίνεται και από το dress code, αφού κανένας από τους δύο δεν
φορά γραβάτα, ο κ. Μητσοτάκης και ο κ. Ερντογάν συναντώνται σε χαλαρό
κλίμα. Αυτό επισήμανε, άλλωστε, και ο Τούρκος πρόεδρος στην αρχή της
συνάντησης τους. «Η πιο χαλαρή ενδυμασία προσφέρεται για πιο ουσιαστικές
συζητήσεις» είπε. Ο Έλληνας πρωθυπουργός σημείωσε ότι θα συζητήσουν
πολλά για όσα συμβαίνουν στην περιοχή και ο κ. Ερντογάν συμφώνησε,
λέγοντας ότι θα τα συζητήσουν όλα.
Η συνάντηση των δύο ηγετών είναι η τέταρτη τα τελευταία τρία χρόνια.
Είχαν προηγηθεί η συνάντηση του Σεπτεμβρίου του 2019, στο περιθώριο της
Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ στη Νέα Υόρκη, η συνάντηση του Δεκεμβρίου
του 2019 στο Λονδίνο, η οποία έγινε σε ψυχροπολεμικό κλίμα, καθώς είχε
προηγηθεί λίγο νωρίτερα η υπογραφή του τουρκολιβυκού μνημονίου και η
συνάντηση που έγινε τον Ιούνιο του 2021 στη Σύνοδο του ΝΑΤΟ στις
Βρυξέλλες, η οποία έγινε τρεις μήνες μετά τα δραματικά γεγονότα στον
Έβρο. Έκτοτε, οι δύο ηγέτες δεν επιδίωξαν να συναντηθούν λόγω της
όξυνσης των σχέσεων των δύο χωρών που έχει προκαλέσει η τουρκική πλευρά
με ένα μπαράζ εμπρηστικών δηλώσεων, δεν αφήνει πολλά περιθώρια για
σημαντικές εξελίξεις στα ελληνοτουρκικά.
Ωστόσο, δεδομένου του πολέμου της Ρωσίας στην Ουκρανία και των
πολλαπλών ζητημάτων που αυτή έχει ανοίξει, από την ενέργεια έως την
αρχιτεκτονική ασφαλείας που θα διαμορφώσει στην ευρύτερη περιοχή, η
συνάντηση του κ. Μητσοτάκη με τον κ. Ερντογάν ίσως αφήνει ένα περιθώριο
να βρεθούν κοινά σημεία για αυτά τα θέματα.
Η κρίση στην Ουκρανία, σύμφωνα με την ελληνική πλευρά, δεν αφήνει
ούτως ή άλλως πολλά περιθώρια περαιτέρω όξυνσης των σχέσεων των δύο
χωρών και την δημιουργίας μιας νέας πηγής αστάθειας, και για το λόγο
αυτό θεωρείται χρήσιμο να πέσουν οι τόνοι την συγκεκριμένη χρονική
περίοδο.
Όπως σημειώνει η ελληνική πλευρά, η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία έχει
αλλάξει δραματικά την ασφάλεια στην Ευρώπη, ενώ έχει ταυτόχρονα
διατρανώσει την απερίφραστη καταδίκη της διεθνούς κοινότητας σε κάθε
μορφή επεκτατισμού και αναθεωρητισμού. Τονίζουν, δε, ότι στο σημερινό
τοπίο ασφαλείας, η Ελλάδα και η Τουρκία έχουν ιδιαίτερη ευθύνη για τη
σταθερότητα στην Ανατολική Μεσόγειο και τη νοτιοανατολική πτέρυγα του
ΝΑΤΟ.
Ο ίδιος ο Κυριάκος Μητσοτάκης, πάντως, έχει επισημάνει τα προηγούμενα
24ωρα ότι έχει «ρεαλιστικές και μετρημένες προσδοκίες από τη σημερινή
συνάντηση» και αυτό γιατί, όπως έχει σημειώσει δεν υπάρχει προσδοκία ότι
οι διαφωνίες με την Τουρκία, θα ξεπεραστούν. Η Αθήνα επαναλαμβάνει ότι
οι τουρκικές αιτιάσεις για μία σειρά θεμάτων είναι γνωστές και ότι η
Ελλάδα τις απορρίπτει και τις αντικρούει σε όλα τα επίπεδα και με κάθε
ευκαιρία. Όπως γνωστές είναι και οι ελληνικές θέσεις, δηλώνουν οι ίδιες
πηγές και συνεχίζουν: «όμως το ότι διαφωνούμε δεν σημαίνει ότι δεν
πρέπει να συζητάμε. Οι δίαυλοι επικοινωνίας πρέπει να παραμείνουν
ανοικτοί σε όλα τα επίπεδα και να αποκλιμακωθεί η ένταση».
Σε κάθε περίπτωση από την κυβέρνηση υπενθυμίζουν πως υπάρχουν θέματα
και σημεία της λεγόμενης θετικής ατζέντας, τα οποία μπορούν να
προχωρήσουν και να βελτιώσουν το κλίμα ανάμεσα στις δύο χώρες προς
όφελος των δύο λαών.
Μετά το τέλος της συνάντησης με τον Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, ο
πρωθυπουργός θα είχε συνάντηση με τον Οικουμενικό Πατριάρχη Βαρθολομαίο.